Recents in Bollywood Movies

Header Ads

Η ζωή των κατοίκων στα γραμμοχώρια

Η ζωή των κατοίκων στα Γραμμοχώρια


Ψήσιμο ψωμιού σε παλιό φούρνο

Όλα τα χωριά του Γράμμου τον χειμώνα έμεναν αποκλεισμένα για 2-3 μήνες από τα πολλά χιόνια. Από το καλοκαίρι ως το φθινόπωρο ο καθένας φρόντιζε να αποθηκεύσει τα απαραίτητα για να ξεχειμωνιάσει. Λίγοι ήταν αυτοί που εξασφάλιζαν το ψωμί τους από τα χωράφια τους, το σιτάρι την βρίζα, το καλαμπόκι, τα όσπρια και άλλα. Οι περισσότεροι εργάζονταν σε διάφορες εργασίες, ως υλοτόμοι, κτίστες, ραφτάδες κλπ.
Πολλοί ταξίδευαν σε διάφορα μέρη της Ελλάδας και κάποιοι μετανάστευαν στο εξωτερικό, στην Αμερική,(ΗΠΑ και Καναδά), στην Αυστραλία και σε άλλες χώρες, τελευταία κατά την δεκαετία του 60 και στην Ευρώπη.

Οι προμήθειες που έκαναν για τον χειμώνα ήταν ό,τι είχε ανάγκη ένα σπίτι . όπως, σιτάρι, βρίζα, καλαμπόκι, όσπρια, λαχανικά-πράσα, λάχανα, κρεμμύδια λάδια και ότι άλλο μπορούσε ο καθένας. Απαραίτητα ήταν και τα κρέατα-βοδινό, γιδίσιο, πρόβειο και χοιρινό, συνήθως σχεδόν κάθε οικογένεια έτρεφε ένα γουρούνι για να εξασφαλίσουν για κάποιον καιρό το κρέας τους το οποίο πάστωναν, το διατηρούσαν στο λίπος του γουρουνιού από τα οποία κομμάτια κρέατος το βγάζανε αφού το τηγάνιζαν σε καζάνια. Με τα χοιρινά τους φτιάχνανε και τα λουκάνικα τα οποία αφού στέγνωναν σε σκιερά υπόγεια μέρη και σε ψηλά σημεία κρεμασμένα φυλασσόμενα επίσης από έντομα και ζώα, τα έτρωγαν κατά την διάρκεια του βαρύ χειμώνα. Κάποια από τα κομμάτια κρεάτων τα έκαναν και καπνιστά. Το χοιρινό λίπος λόγω έλλειψης άλλων λαδιών το χρησιμοποιούσαν για μαγείρεμα, τηγάνισμα ή στο βράσιμο ακόμα και στις πίτες. Με αυτό το λίπος άλειφαν και κάποια χειμωνιάτικα υποδήματα τους για να μην μπάζουν νερό και υγρασία.

Τα γιδοπρόβατα μαζί με το γάλα τους που ένα μεγάλο ποσοστό του το έκαναν τυρί και βούτυρο, τους ήταν επίσης χρήσιμα και για το μαλί τους με το οποίο έκαναν σκεπάσματα, όπως φλοκάτες και άλλων ειδών κλινοσκεπάσματα ή στρωσίδια για πάτωμα, εκτός από αυτά έκαναν και ρουχισμό όπως σεγκούνια.

Οι ζωοτροφές ήταν για τα μεγάλα ζώα, τα βόδια, αγελάδες, μουλάρια, άλογα, το άχυρο, χορτάρι που μάζευαν και αποθήκευαν τους καλοκαιρινούς μήνες, επίσης το κριθάρι και το ρόβι. Τα μικρά όπως τα γιδοπρόβατα τρέφονταν κατά τους χειμερινούς μήνες με ξερό κλαδί βελανιδιάς, με χοντρά αλεσμένους καρπούς τον λεγόμενο καρμά κ.α.

Ο Αύγουστος μήνας ήταν ο μήνας του θέρους, τον Αύγουστο θέριζαν και αλώνιζαν. Τα μικρά και διάσπαρτα χωράφια τους με τις μικρές καλλιέργειες σιτηρών, σιτάρι βρόμη, φακές ήταν οι συνηθισμένες, ήταν προσβάσιμα με μονοπάτια και μόνο με μουλάρια. Το θέρισμα γινόταν με δρεπάνια, με το ένα χέρι κρατούσαν την θημωνιά και με το άλλο έχοντας το δρεπάνι έκοβαν την θημωνιά την οποία άφηναν επιτόπου. ‘Ένας άλλος μερικές θημωνιές μαζί τις έδενε σε δεμάτια για να τα κουβαληθούν με τα μουλάρια στα αλώνια όπου αλώνιζαν αυτά τα γεννήματα τους με τα ίδια τα ζώα, πατώντας στα απλωμένα στάχυα, τα μουλάρια δεμένα σε έναν στύλο στο κέντρο του αλωνιού τα γύριζαν γύρω-γύρω πολλές φορές ως που να ξεχωρίσει ο καρπός από το άχυρο. Με τα δικέλλια και δικράνια (ξύλινα εργαλεία συλλογής άχυρου και χόρτων) μάζευαν το άχυρο και στο τέλος , κάτω – κάτω έμενε ο καρπός, σιτάρι, βρόμη, φακές ή ότι άλλο αλώνιζαν. Αυτό το μάζευαν σε σωρό και κυρίως γυναίκες με ξύλινο φτυάρι πετούσαν ψηλά στον αέρα – έτσι ώστε ο καρπός να πέσει πάλι στον σορό, ο αέρας έπρεπε να μην είναι πολύ δυνατός αλλά και η άπνοια δυσκόλευε το λίχνισμα.

Ο αέρας ξεχώριζε το ελαφρύτερο άχυρο φυσώντας το παραδίπλα και ο καρπός βαρύτερος έπεφτε στον σορό ή πιο κοντά στον σορό.


Προς το τέλος του λιχνίσματος

Το λίχνισμα διαρκούσε αρκετές ώρες, αν επικρατούσε άπνοια, όχι ασυνήθιστο φαινόμενο για Αύγουστο μήνα και για το μέρος του Πεύκου, κάποιες φορές το λίχνισμα συνεχίζονταν και την επόμενη μέρα. Αν ξέσπαγε μπόρα έτρεχαν όλοι να σκεπάσουν με ότι αδιάβροχο διέθεταν τους σορούς των καρπών.

Προμήθειες έκαναν και σε φρούτα που ευδοκιμούν σε αυτά τα μέρη, τα δαμάσκηνα, τα κορόμηλα που πολλά από αυτά τα στέγνωναν για τον χειμώνα, τα κυδώνια, τα’ αμύγδαλα, τα καρύδια, τα κάστανα, τα αχλάδια και άλλα. Τα άγρια και ξινά μήλα τα έβαζαν μέσα στο άχυρο για τα βόδια, άλογα, μουλάρια και άλλα ζωντανά, επειδή με την πάροδο κάποιου χρόνου και μέσα στο άχυρο τα ξινά αυτά μήλα γινόταν γλυκά, τα έτρωγαν και οι άνθρωποι κατά την περίοδο του χειμώνα.

Τις πιπεριές, τα λάχανα και τις λίγες ντομάτες που κάποιοι καλλιεργούσαν, τις πράσινες ντομάτες και τα άλλα τα έκαναν τουρσιά. Φρούτα όπως πορτοκάλια και λεμόνια δεν υπήρχαν και αν κάποιος είχε προμηθευτεί από την λαϊκή αγορά στο γειτονικό Νεστόριο ή παντοπωλείο τα έδιναν κυρίως σε ασθενείς από κρυολογήματα και γρίπες.

Μέχρι το 1963 αφού κτίστηκε κεντρικό υδραγωγείο για την ύδρευση κάθε νοικοκυριού η προμήθεια νερού για τα σπίτια γινόταν από κάποιες βρύσες 2-3 ίσως και περισσότερες οι οποίες βρίσκονταν σε διάφορα σημεία. Όλο το δίκτυο ύδρευσης και το υδραγωγείο για την υδροδότηση των σπιτιών έγιναν κυρίως με προσωπική εργασία των κατοίκων.

Στο χωριό δεν υπήρχε γιατρός και οι ασθενείς έπρεπε να μεταφερθούν στο Νεστόριο με μια πορεία με μουλάρια ή γαϊδούρια που διαρκούσε πάνω από τρεις ώρες και μερικές φορές αυτή η ταλαιπωρία αναλόγως την ασθένεια κόστιζε την ζωή του ασθενούς. Έτυχε να πεθάνει άνθρωπος από σκωληκοειδίτιδα! Επίσης όπως είναι λογικό λόγω της έλλειψης φαρμάκων είχαν αναπτύξει μέσα στους αιώνες και από διηγήσεις και διαδόσεις μια ολόκληρη πρακτική ιατρική, χρησιμοποιώντας βότανα της περιοχής. Όπως το τσάϊ του βουνού και ο δυόσμος ωφελούσε στο στομάχι, σε περίπτωση πυρετού χρησιμοποιούσαν το θερμοβότανο που έκοβε τον πυρετό. Για τις αμοιβάδες χρησιμοποιούσαν βριζόψωμο ή σκόρδο ή και τα δύο μαζί. Στον πονόδοντο κατέφευγαν στην σκάρφη. Στην περίπτωση χτυπημάτων στο μάτι έβαζαν ασπράδι αυγού, βρασμένο κατάπλασμα. Η αγριάδα ήταν αντίδοτο για την πέτρα στην χολή. Άλλα θεραπευτικά βότανα ήταν η ρίγανη, η φτέρη, η τσουκνίδα, που προσφέρονταν ύστερα από βράσιμο σαν ρόφημα για καλό στην καρδιά, κατέβαζαν την πίεση και γενικότερα έκαναν καλό στο κυκλοφορικό. Έβραζαν φύλλα κυδωνιάς, κοτσάνια κερασιών, μουστάκια καλαμποκιού κ.α για διάφορες ασθένειες.

Υφάσματα, ρουχισμός.

Όλα τα έκαναν στον αργαλειό. Για τα υφαντά χρησιμοποιούνταν χρώματα και μπογιές. Όπως, λουλάκι, φράξος, κατιφές, “βελούδο”, για τα χοντρά σεγκούνια κλπ. Βαλανίδια μπεζ προς πράσινο, βούζουλα, φύλλα από ξερά κρεμμύδια, φλούδες από καρύδια ή φύλλα καρυδιάς.

Αυτές οι συνθήκες οι πολύ σκληρές και η φτώχεια ανάγκασε τους πολύ περισσότερους να εγκαταλείψουν το Πεύκο και όλα τα χωριά το Γράμμου πλην ελαχίστων που επέμεναν να ζουν με τον ίδιο περίπου τρόπο.

Η ηλεκτροδότηση του Πεύκου είχε γίνει το 1968 και λειτουργούσε ένα μόνο τηλέφωνο το λεγόμενο κοινοτικό όπου μπορούσε κάποιος να δώσει μέσου ΟΤΕ Νεστορίου παραγγελία συνδιάλεξης σε όποιο μέρος ήθελε και ορίζονταν η ημέρα και ώρα για να επικοινωνήσουν μεταξύ τους οι άνθρωποι.

Ο κακοτράχαλος χωματόδρομος που είχε πρωτοφτιαχτεί από τον Ελληνικό στρατό για στρατιωτικά οχήματα λειτουργούσε έτσι μέχρι αρχές της δεκαετίας του 90 και το οποίον δρόμο συντηρούσε ο στρατός. Κατά τις αρχές της δεκαετίας του 2000 ο δρόμος που οδηγεί για το Πεύκο ασφαλτοστρώθηκε.

Η Δάφνη Ριζοπούλου

https://www.evanrizo.com/pefko/

Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια